-
1 πτυχίς
A slab, in sg. as collective,μαρμάρων πτυχίς Procop.Gaz.Ecphr. p.151B.
; = ἀκροστόλιον, the part of a ship on which the name was inscribed, Poll.1.86; cf. πτύξ v.
См. также в других словарях:
πτυχίς — ίδος, ἡ, Α 1. πλάκα («μαρμάρων πτυχίς» Προκ. Γαζ.) 2. σανίδα τής πρύμνης, ακροστόλιο πάνω στο οποίο ήταν γραμμένη η ονομασία τού πλοίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < πτυχή + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. γραφ ίς, ραφ ίς)] … Dictionary of Greek